ΤΟ ΔΙΚΙΟ ΤΟ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΟΙ/ΕΣ
Την περσινή χρονιά εν μέσω καθολικής καραντίνας και ειδικής απαγόρευσης για το τριήμερο του Πολυτεχνείου, σύντροφοι προχώρησαν στις 14/11/2020 σε ταυτόχρονη κατάληψη του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησιών και της Πρυτανείας του Ε.Μ.Π. στην Πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου, με πρόταγμα την εξέγερση ενάντια στην κοινωνική ασφυξία και την κρατική πίεση. Το κράτος ακολουθώντας τα κατασταλτικά δόγματα έσπευσε να εκκενώσει τις δύο καταλήψεις προχωρώντας συνολικά σε 92 συλλήψεις συντροφισσών/φων. Η κίνηση των καταλήψεων απέκτησε ιδιαίτερη σημασία καθώς εντάχθηκε σε μια συνολική διαδρομή αγώνων από τα πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και τις κινήσεις αλληλεγγύης στον απεργό πείνας Δ. Κουφοντίνα μέχρι τη συγκρουσιακή αντικατασταλτική διαδήλωση στη Ν. Σμύρνη.
Μετά το φετινό καλοκαίρι ο σύντροφος Η.Κ. δέχτηκε κλήση, προκειμένου να καταθέσει DNA σχετικά με δείγμα πάνω σε κινητό αντικείμενο, το οποίο βρέθηκε στην περσινή κατάληψη της Πρυτανείας του Ε.Μ.Π. Σύμφωνα με την κλήση το δείγμα «ταυτίζεται με αυτό αγνώστου άνδρα που προσδιορίστηκε κατά την εξέταση χαρτιών με τις καστανέρυθρες κηλίδες, που κατασχέθηκαν έξωθι της πολυκατοικίας επί της οδού Σπύρου Τρικούπη αρ. 3 στην Αθήνα, όπου πρώτες πρωινές ώρες της 07-12-2014 άγνωστα άτομα επιτέθηκαν σε αστυνομικούς ομάδων Δέλτα με ρίψη βομβών μολότοφ, και άλλων αντικειμένων». Ταυτοχρόνως σχηματίστηκε δικογραφία για τον ίδιο λόγο για άλλους 13 συντρόφους, κάποιοι από τους οποίους έχουν δεχτεί ήδη κλήση για υποχρεωτική λήψη DNA.
Η χρήση του DNA ως ενοχοποιητικού και καταδικαστικού στοιχείου στον ελλαδικό χώρο έχει τις ρίζες του στο 2001 με τον πρώτο τρομονόμο. Τότε χρησιμοποιούταν για περιπτώσεις προσώπων, για τα οποία υπήρχαν «σοβαρές ενδείξεις ότι έχουν συμμετάσχει στη συγκρότηση εγκληματικών οργανώσεων». Η αστυνομική ταυτοποίηση ενός δείγματος DNA βέβαια έχει αποδειχτεί μια αρκετά σαθρή διαδικασία που αφορά σε συλλογή «μεικτών δειγμάτων» και σύγκριση τμημάτων DNA, τα οποία με στατιστικές μεθόδους κατά προσέγγιση και που εργαλειοποιούνται στα χέρια του κράτους ως μηχανισμός για την κατασκευή υποθέσεων-σκευωριών. Επιπλέον, με την τακτική του φακελώματος δημιουργεί βάσεις δεδομένων, από τις οποίες ανασύρει δείγματα κατά το δοκούν. Επομένως, χρησιμοποιεί την «αυθεντία μιας επιστημονικής μεθόδου» για να σύρει ανθρώπους σε δικαστήρια, να τους φυλακίσει ή να τους κρατήσει σε καθεστώς ομηρίας.
Διανύουμε μια περίοδο διαρκούς κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Το κράτος μέσα από νομοσχέδια στο χώρο της παιδείας (όπως η κατάργηση του ασύλου, η εισαγωγή πανεπιστημιακής αστυνομίας, οι ιδιωτικοποιήσεις των πανεπιστημίων, η ελάχιστη βάση εισαγωγής και η αξιολόγηση) και της εργασίας (αντεργατικός νόμος, κατάργηση πρωτοβάθμιων σωματείων, απαγόρευση των απεργιών) δημιουργεί μια όλο και πιο ασφυκτική πραγματικότητα. Σε αυτή την κατεύθυνση συνέβαλε και το διάστημα των καθολικών καραντινών, του ελέγχου των μετακινήσεων και ποινικοποίησης των συναθροίσεων. Επίσης, μετά το καλοκαίρι μέσα από τα κρατικά/επιστημονικά διατάγματα περί άμεσα ή έμμεσα υποχρεωτικών εμβολιασμών, τα πιστοποιητικά υγειονομικών φρονημάτων και τις διακρίσεις εμβολιασμένων-ανεμβολίαστων, διευρύνονται το καθεστώς εξαίρεσης και οιπεριφραγμένες ζώνες ελεγχόμενης πρόσβασης-αποκλεισμών εντός της κοινωνικής ζωής αυξάνοντας την κοινωνική δυσφορία και συμπίεση. Επιπλέον, στους χώρους εργασίας, με την εφαρμογή ή την απειλή της αναστολής εργασίας άνευ αποδοχών ή την απόλυση, το κράτος θέτει εξοντωτικά διλήμματα στους «από κάτω», που αγγίζουν τα όρια του βιοπορισμού.
Παράλληλα, το κράτος εντείνει την καταστολή με την εφαρμογή των αστυνομικών δογμάτων «Νόμου και Τάξης» και «Μηδενικής Ανοχής». Όσο εντείνεται το καθεστώς έκτακτης ανάγκης και αυξάνεται η κοινωνική ασφυξία, ο ρόλος της αστυνομίας ως εγγυητής της κυριαρχικής ομαλότητας αναβαθμίζεται. Επιδιώκοντας να φτάσει στην πλήρη απαγόρευση των ακηδεμόνευτων διαδηλώσεων, χτυπάει με σφοδρότητα πορείες (όπως αυτή που πραγματοποιήθηκε στις 26/10 για αλληλεγγύη στους δεκατέσσερις συντρόφους και ενάντια στην υποχρεωτική λήψη DNA), ενισχύει το νομικό του οπλοστάσιο (όπως η αναβάθμιση των ποινών σε μια σειρά άρθρων του ποινικού κώδικα τον Σεπτέμβρη, οι οποίες αφορούν στις διαδηλώσεις, τους κοινωνικούς/ταξικούς αγώνες, την έντυπη και ηλεκτρονική αντιπληροφόρηση κ.α.) και εκσυγχρονίζει τους τρόπους και τα μέσα ελέγχου και επιτήρησης των αγωνιζόμενων. Αναβαθμίζοντας τον τεχνολογικό του εξοπλισμό ή αξιοποιώντας τον ήδη υπάρχοντα (drones, κάμερες στις διαδηλώσεις, ηλεκτρονική παρακολούθηση, ψηφιακός έλεγχος, δημιουργία βάσης δεδομένων γενετικού υλικού) προσθέτει περισσότερα «βέλη στη φαρέτρα» του προς εκφοβισμό και αποθάρρυνση του κόσμου του αγώνα. Μέσα από τα χτυπήματα διαδηλώσεων, τις εκκενώσεις καταλήψεων, τα push back μεταναστ(ρι)ών στα ανοιχτά του Αιγαίου, τις δολοφονικές επιθέσεις και αστυνομικές εκτελέσεις (όπως η κρατική δολοφονία του Ν. Σαμπάνη στο Πέραμα), είναι σαφές ότι έχει σκοπό να επιβάλει ένα καθεστώς ελέγχου και επιτήρησης σε όσους/ες αγωνίζονται και θανατοπολιτικής σε όσες/ους κρίνονται περιττές/οι.
Σε αυτό το πλαίσιο κρατικών επιδιώξεων εντάσσεται και η υπόθεση των 14 αγωνιστών που συνελήφθησαν στην Πρυτανεία του Ε.Μ.Π. Έρχεται να προστεθεί σε ένα κάδρο υποθέσεων από τις πιο πρόσφατες (υποχρεωτική λήψη DNA σε φοιτητές/τριες της ΑΣΟΕΕ, προφυλάκιση Χ.Μ., υποθέσεις Κώστα Κ. και Β. Σταθόπουλου), μέχρι τις παλαιότερες των αμέσως προηγούμενων ετών που κατά κύριο λόγο αφορούσαν βαρύτατα κατηγορητήρια (του Τ. Θεοφίλου, του Α. Σειρηνίδη, της Ηριάννας και του Περικλή, των αγωνιστών από τις Σκουριές Χαλκιδικής) από τα οποία απαλλάχτηκαν στο τέλος δικαστικά.
Απέναντι στο κόσμο του ελέγχου, της καταστολής, των αποκλεισμών, στεκόμαστε αλληλέγγυες/οι σε όσες/ους διώκονται ή βρίσκονται όμηροι στα χέρια του κράτους. Να σταθούμε ανάχωμα στις μεθοδεύσεις, τις σκευωρίες και τις κατασταλτικές ορέξεις τους.
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΛΗΨΗ DNA
ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΒΑΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΥΣ 14 ΔΙΩΚΟΜΕΝΟΥΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ
ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
«απόβλητα» από τις περιοχές του Πειραιά